γράφτηκε
Unknown
23.11.15
-
0
Comments
Όσο περνούσαν οι μέρες, οι βδομάδες και οι μήνες, όσο βουλιάζαμε στην κινούμενη άμμο (όσο πιο βαθιά τόσο πιο καλά, έδιναν το σύνθημα αγύρτες τσαρλατάνοι),
όσο μετρούσαμε στον ξύπνιο μας, κάθιδροι, τα ρημαγμένα όνειρα που εκατάντησαν καθημερινός εφιάλτης κι εμάς, ρετάλια, μιας πολύχρωμης κουρελούς για τις ανάγκες της δικής τους αντίληψης και εκπονημένου σχεδίου περί παγκοσμιοποίησης,
όσο οι κορεοί κατασκήνωναν στην κλίνη μας και, αβέρτα ρουφούσαν, τούμπανο την έφτιαχναν (και τώρα λιάζονται υπό τη σκέπη του γελαστού παιδιού που μας καπέλωσαν με την αποφράδα δεύτερη),
όσο οι Σαμαρο-Βενιζέλοι υπόσχονταν την απογείωση μας (τον προορισμό αναζητούσαν), μεταξύ άλλων την επανεκκίνηση μέσω της ρευστοποίησης τιμαρίων, που πέρασε ξώφαλτσα (ας όψεται η πρόσκαιρη αφύπνιση απ' τον λήθαργο),
όσο ο κάθε μαμημένος τραμπάκουλας μας έβαζε στην πρίζα κι ο κώλος μας τσουρουφλίζονταν,
όσο....
Τόσο ελπίζαμε στον απομηχανής θεό των αρχαίων ημών προγόνων (τρομάρα μας).
Που θα έκαμνε την εμφάνιση του (που λέει και ο μύθος), εξ ουρανού, κομίζοντας πρόγραμμα εκ Θεσσαλονίκης ορμώμενο.
Αριστερόσταλτο τον προτιμούσαμε και, μάλιστα, με βούλα. Στις γραφές των εξοβελισμένων τον αναζητούσαμε (ουχί ξανά-μανά να στρέφουμε και την ετέρα παρειά).
Για να εξαφανίσει όλα της μοίρας μας τα κακά (με ένα φιρμάνι). Μαζί και το κακό συναπάντημα που μας το δίδαξαν (εκτός ύλης) ως μνημόνιο ένα-δυο (το τρίτο το μακρύτερο ήταν στην ωρίμανση, για καλύτερες μέρες).
Ο απομηχανής θεός δεν ήρθε μια, δεν ήρθε δυο, δεν ήρθε τρεις. Ούτε δεκατρείς. Ακριβοθώρητος μας έγινε (ακρίβυναν και τα διόδια και, ξεμείναμε).
Όταν ήρθε, δεν ήταν απομηχανής (θεός, ημίθεος, ήρωας, ημιήρωας). Ήταν (σκέτα) μηχανοράφος. Ραδιούργος. Ιντριγκαδόρος. Δολοπλόκος. (ως συνήθως, μην απολεσθεί και η συνέχεια).
Παιδίον παίζων Monopoli. (Δικαίωμα στο ψέμα και στα παρακείμενα).
Ο επόμενος που θα καθίσει στο σβέρκο μας (με την δική μας συγκατάθεση, βεβαίως) ας είναι κονφερανσιέ (μην πάει ο νους σας σε πρόσωπο συγκεκριμένο).
Να μας λέει κάπου - κάπου κανένα αστείο, βρε αδερφέ. Μπουχτίσαμε στη σοβαρότητα.
Αλλά, φευ!
Μήπως δεν ήταν οι τρεις προηγούμενοι; Συν ο τρέχον; Και ο προηγούμενος αυτών που έγραψε, λέει, βιβλίο για να μας διαφωτίσει περί των πεπραγμένων του; Μήπως οι ακόμη παρά πίσω;
Όλοι ομόσημοι! Ουδείς ετερόσημος! (τοιαύτη ταυτότης! ούτε πολύδυμοι να ήσαν).
Που, μετά από κάποια χρόνια, όταν αποχαρακτηρίζονται έγραφα απόρρητα, επιβεβαιώνονται οι ίντριγκες, οι συνωμοσίες και οι προδοσίες; (Με το πλήρωμα του χρόνου και όταν έγραφα της Κυπριακής τραγωδίας αποχαρακτηριστούν, τότε, φωτιά στα μπατζάκια, όσων είναι ακόμη εν ζωή). Να πάω και πιο πίσω;
Και που να σταματήσω; Κατήφορος. Ίσως-ίσως, τιμής ένεκεν, στον Τρικούπη. Γιατί το είπε.
Ενώ σήμερα απαγορεύεται δια ροπάλου η εκφορά αλλά και η σκέψη της λέξης που έγινε πραγματικότητα χάρη εις το υψηλόν αίσθημα ευθύνης των εντολοδόχων μας (το πάθημα δεν έγινε -ποτέ- μάθημα, ούτε και θα γίνει).
Πρωτίστως πρέπει να ολοκληρωθεί το γενικό ξεπούλημα. Να μην μείνει μαγιά για τους επόμενους. Πέτρα πάνω στην πέτρα. Όλοι για τους λίγους και οι λίγοι για τον εαυτό τους.
Και την ιστορία μας; Ποιος θα την διηγηθεί; Το παρασκήνιο; Οι λίγοι! Οι ίδιοι πάλι!
Οι πολλοί (μάλλον) ξέχασαν να γράφουν ιστορία. Έμαθαν να παπαγαλίζουν.
Δεν υπάρχουν σχόλια
Δημοσίευση σχολίου