γράφτηκε
στον Τοίχο
17.3.17
-
0
Comments
Γιάννης Λαζάρου
Τις εποχές που η πληροφορία ήταν δύσκολο να μεταφερθεί αλλά και η διαλεύκανση πράξεων που είχαν μεγάλο αντίκτυπο στον λαό, ήταν δύσκολη, τον ρόλο του «δημοσιογράφου-ερευνητή» αναλάμβανε ο ίδιος ο λαός. Τα κατορθώματα, ο έρωτας, οι νίκες, οι ήττες αλλά και ο θάνατος με την ζωή κρατήθηκαν ζωντανά και έφτασαν στις μέρες μας μέσα από αυτό που αποκαλούμε δημοτικό τραγούδι.
Ειδικά ότι είναι καταγεγραμμένο πριν από το 1860 είναι και πιο κοντά στην αλήθεια. Στην περίπτωση του «ρεπορτάζ» που ακολουθεί καταγράφεται η δολοφονία του Κίτσου Μπότσαρη από πληρωμένους δολοφόνους.
Θάνατος του Κίτσου Μπότσαρη
Ό ήλιος εσκοτίδιασε και το φεγγάρι χάθη
Που βάρεσαν τον Μπότσαρη, τ' άξιο το παλληκάρι
που στον ντουνιά δεν ΄ήτανε και δεν ματαγενιέται.
Ο Γυφτογιώργος το σκυλί αντάμα με τον Νούρη
Βαλμέν' απ' τον Αλή πασά κι από τον σελιχτάρη
στον τόπο που κοιμώτανε τον έφαγαν με μπέσα.
Τρία τουφέκια τούριξαν όλα με μπαλαρμάδες
Λίγη φωνίτσα έσυρε, πριχού να ξεψυχήση
..το πούσαι Νότη μ' αδερφέ και σύ Μάρκο παιδί μου
το αίμα μ' μου να σύρετε στ΄ Αλή πασά το ντσάκι
δεν τόχω πως με βάρεσαν μηδέ πως αποθαίνω
Μον΄τόχω πως δεν έζησα σ΄ ένα μεγάλο τσέγκι
να 'δειάσω το τουφέκι μου να παίξω το σπαθί μου
Δόστε μαντάτα στους Κορφούς, στους μαύρους τους συντρόφους
Τούρκους να μην πιστεύουνε.
Σε μια άλλη εκδοχή βρίσκουμε το ίδιο γεγονός με περισσότερες λεπτομέρειες, και στα δυο διατηρείται η ορθογραφία του πρωτοτύπου.
Θάνατος του Κίτσου Μπότσαρη
Τρία πουλάκια κάθουνταν στης Άρτας το γιοφύρι
Τόνα τηράει τα Γιάννενα, τ' άλλο κατά το Σούλι.
Το τρίτο το καλήτερο μυριολογάει και λέγει,
Ο Μπότσαρης εκίνησε στα Γιάνινα να πάγη
Για να μπουλώση μπουγιουρντί στο Βουργαρέλι νάρθη
Για να μαζώξη τ΄ άσπρα του οπούχε δανεισμένα
Κι' από την Άρτα διάβηκε κονάκι να του κάμουν
Κι' κει κονάκι τώκαμαν στου παπουτσή του Ρίζου
Κι' εκεί τραπέζι βάλανε ψωμί για να δειπνίσουν.
Τρία τουφέκια τώρριξαν, τα τρ' αράδ' αράδα
Τόνα τον πέρνει στο πλευρό, τ' 'αλλο μέσα στα στήθη
Το τρίτο το φαρμακερό τον πέρνει μεσ' στο στόμα
Το στόμα αίμα γιώμισε κι κειλαδεί κι λέγει
Καθήστε παλληκάρια μου και συ μπρε ψυχογιέ μου
Τι τούτο δεν είναι για σας, πάρτε μου το κεφάλι,
Να μη το πάρει η Τουρκιά, το φέρη στου Βεζύρη
Το δουν οχτροί κι αγκαλιαστούν, φίλοι και λυπηθούνε.
Δεν υπάρχουν σχόλια
Δημοσίευση σχολίου