Προσφατα
.

19.3.17

Θα αποζημιώνονται όσοι ενοχλούνται από εισπρακτικές;

Χρηματική ικανοποίηση από τις εισπρακτικές εταιρείες για «προσβολή προσωπικότητας» δικαιούνται οι δανειολήπτες που δέχονται «βροχή» τηλεφωνημάτων σε καθημερινή βάση. 

Ο δρόμος άνοιξε με απόφαση του Πρωτοδικείου της Αθήνας, με την οποία κρίθηκε τελεσίδικα ότι τα επανειλημμένα τηλεφωνήματα από εισπρακτικές εταιρείες προς δανειολήπτες, υπερβαίνουν το επιβαλλόμενο μέτρο που οφείλεται στις συναλλαγές και επομένως προσβάλουν την προσωπικότητα των οφειλετών, οι οποίοι για τον λόγο αυτό δικαιούνται αποζημίωσης. 

Πρόκειται για μια πρωτοποριακή απόφαση που αναμένεται να αποτελέσει ανάσα ανακούφισης για χιλιάδες δανειολήπτες, οι οποίοι βρίσκονται σε απόγνωση βιώνοντας τόσο οι ίδιοι όσο και συγγενικά τους πρόσωπα τον «εφιάλτη» των συνεχόμενων τηλεφωνημάτων κάθε στιγμή της ημέρας ακόμη και στον χώρο της εργασίας τους. 

Η συγκεκριμένη απόφαση εκδόθηκε από το Πρωτοδικείο της Αθήνας (1566/2017) και σύμφωνα με δικηγόρους αναμένεται να αποτελέσει ένα ισχυρό νομικό όπλο ειδικά τώρα, μετά την διαφαινόμενη αρχειοθέτηση της εισαγγελικής έρευνας για τυχόν κακουργηματικές κατηγορίες όπως η εκβίαση εις βάρος των εκπροσώπων των εισπρακτικών εταιρειών και την άσκηση δίωξης μόνο σε βαθμό πλημμελήματος για το αδίκημα της παράνομης χρήσης αρχείων προσωπικού χαρακτήρα. 

Είναι δε σημαντικό σύμφωνα με νομικές πηγές, ότι η απόφαση είναι τελεσίδικη και ουσιαστικά δείχνει στους δανειολήπτες τι πρέπει να πράξουν για να αναχαιτίσουν την επιθετική πολιτική των εισπρακτικών εταιρειών, που όπως προκύπτει και από έως σήμερα νομολογία των δικαστηρίων «ακροβατούν» με τις τακτικές που ακολουθούν στα όρια της νομιμότητας. 

Ειδικότερα, το Πρωτοδικείο με την απόφαση του επικύρωσε προηγούμενη απόφαση του Ειρηνοδικείου με την οποία είχε κριθεί ότι δυο εισπρακτικές εταιρείες που λειτουργούν για λογαριασμό μεγάλης τράπεζας, υπερέβησαν το επιβαλλόμενο μέτρο, που οφείλεται στις συναλλαγές και προσέβαλλαν επανειλημμένα κάτοχο πιστωτικής κάρτας τόσο ως συναλλασσόμενο όσο και ως επαγγελματία. Τι όμως είχε συμβεί; 

Όπως αναφέρεται στο ιστορικό της πολυσέλιδης απόφασης, δικηγόρος πελάτης μεγάλης τράπεζας έπεσε θύμα κλοπής. Άγνωστοι αφαίρεσαν από το γραφείο του στο κέντρο της Αθήνας τον χαρτοφύλακά του μέσα στον οποίο ήταν και η πιστωτική του κάρτα. 
Την ίδια ημέρα ο δικηγόρος αφού ενημέρωσε σχετικά το αρμόδιο αστυνομικό τμήμα, δήλωσε την κλοπή της κάρτας του στην τράπεζα που την εξέδωσε και στη συνέχεια την ακύρωσε. 
Έκπληκτος, ωστόσο, τέσσερις μήνες μετά την κλοπή και την ακύρωση της κάρτας του ειδοποιήθηκε από υπάλληλο εισπρακτικής εταιρίας ότι οφείλει 1.100 ευρώ, ποσό που όπως πληροφορήθηκε προέρχεται από αναλήψεις που είχαν γίνει μέσω της πιστωτικής κάρτας που είχε εκδοθεί στο όνομά του. 

Ο δικηγόρος ενημέρωσε εκ νέου την τράπεζα για το τι είχε συμβεί και ενώ βρίσκονταν σε συνεννόηση με υπαλλήλους της για τη διερεύνηση των αναλήψεων αυτών, δέχονταν συνεχείς τηλεφωνικές οχλήσεις από διαφόρους υπαλλήλους εισπρακτικής εταιρίας, που ενεργούσε ως αντιπρόσωπος και για λογαριασμό της τράπεζας! 

Μεταξύ άλλων, κατά τη διάρκεια των τηλεφωνημάτων που δέχονταν κυρίως στο προσωπικό του τηλέφωνο οι υπάλληλοι των δυο εισπρακτικών εταιρειών κατά «τρόπο επίμονο και πιεστικό ζητούσαν να λάβουν γνώση περί της πορείας της ανωτέρω αμφισβητήσεως, και του ζητούσαν επιτακτικά να τους αναφέρει τα προσωπικά του στοιχεία, όπως τον αριθμό του δελτίου ταυτότητάς του και του αριθμού φορολογικού του μητρώου». 

Το ίδιο μοτίβο ακολουθούσαν στη συνέχεια και οι υπάλληλοι της δεύτερης εισπρακτικής εταιρείας, οι οποίοι μάλιστα είχαν ενημερώσει και τον πατέρα του δικηγόρου συνιστώντας του πείσει τον γιο του να εξοφλήσει τις υποχρεώσεις του! Και όλα αυτά, σε αρκετές περιπτώσεις μπροστά στα έκπληκτα μάτια των υπαλλήλων του δικηγορικού γραφείου. 
Το σκηνικό αυτό διήρκεσε τουλάχιστον τρεις μήνες με τους υπαλλήλους των δυο εισπρακτικών εταιρειών να απευθύνονταν στον δικηγόρο «με τρόπο πιεστικό, προσβλητικό και υποτιμητικό, αντιμετωπίζοντας αυτόν, τόσο προσωπικά όσο και έναντι του οικογενειακού και επαγγελματικού του περιβάλλοντος, ως πρόσωπο αφερέγγυο και ανειλικρινές, με αποτέλεσμα να του δημιουργήσουν εύλογη αναστάτωση και αισθήματα θυμού, λαμβανομένου υπόψη ιδίως του γεγονότος, ότι βρισκόταν σε εξέλιξη η διαδικασία αμφισβητήσεως εκ μέρους του της οφειλής έναντι της πρώτης εγκαλούσας τράπεζας». 

Με άλλα λόγια κατά τη διάρκεια των τηλεφωνημάτων αυτών ο δικηγόρος, σύμφωνα με τα όσα αναφέρονται στην απόφαση, δέχθηκε «υβριστική, παράνομη και προσβλητική συμπεριφορά εκ μέρους των αρμοδίων υπαλλήλων της εισπρακτικής εταιρείας». 

Αρχικά το αρμόδιο Ειρηνοδικείο υποχρέωσε τις δυο εισπρακτικές εταιρείες από τις οποίες προέρχονταν τα τηλεφωνήματα να καταβάλουν στον δικηγόρο έκαστη το ποσό των 3.000 ευρώ ως αποζημίωσης. Κατά της απόφασης, αυτής οι εισπρακτικές εταιρείες άσκησαν έφεση «για εσφαλμένη εκτίμηση των αποδείξεων». 

Ωστόσο, έχασαν τη δίκη με το Πρωτοδικείο να απορρίπτει την έφεση τους. Το σκεπτικό της τελεσίδικης απόφασης του δευτεροβάθμιου δικαστηρίου ήταν ότι η συμπεριφορά αυτή των υπαλλήλων των δυο εισπρακτικών εταιρειών «υπερέβη το επιβαλλόμενο μέτρο, που οφείλεται στις συναλλαγές, και προσέβαλε επανειλημμένα την προσωπικότητα του εφεσιβλήτου, τόσο ως συναλλασσομένου όσο και ως επαγγελματία». 
Για τους λόγους αυτούς, σύμφωνα με την απόφαση οι εισπρακτικές εταιρείες θα πρέπει να αποζημιώσουν τον δικηγόρο με το ποσό των 3.000 ευρώ έκαστη για προσβολή προσωπικότητας.
« PREV
NEXT »

Δεν υπάρχουν σχόλια