γράφτηκε
στον Τοίχο
12.8.17
-
0
Comments
Τα όργανα τους θα μπορούν να χρησιμοποιηθούν για μεταμοσχεύσεις στους ανθρώπους
Τα όργανα των γουρουνιών θα μπορούν σύντομα να μεταμοσχευθούν σε ασθενείς μετά την απομάκρυνση ενός ιού που υπάρχει στο DNA του ζώου και το καθιστά ασυμβίβαστο με τον άνθρωπο, όπως ανακοινώθηκε από το Πανεπιστήμιο του Χάρβαρντ.
Οι επιστήμονες έχουν εργαστεί δεκαετίες προσπαθώντας να κατασκευάσουν χοιρινό ιστό έτσι ώστε να μην απορρίπτεται από το ανθρώπινο σώμα.
Όλο το DNA του χοίρου μεταφέρει έναν καρκινικό ιό που μολύνει τα ανθρώπινα κύτταρα και καθιστά αδύνατη τη μεταμόσχευση.
Αλλά τώρα ο καθηγητής George Church και οι συνεργάτες του στο Χάρβαρντ χρησιμοποίησαν μια πρωτοποριακή τεχνολογία γενετικής επεξεργασίας που ονομάζεται Crispr για να απομακρύνουν τον γενετικό κώδικα του ιού από έμβρυα χοίρων.
Τα έμβρυα στη συνέχεια εμφυτεύτηκαν σε χοιρομητέρα και μεγάλωσαν υγιείς χοίροι, ένα επίτευγμα που περιγράφεται ως σημαντικό ορόσημο στην προσπάθεια να χρησιμοποιηθούν τα ζωικά όργανα στους ανθρώπους.
Παρόλο που σε αρκετές ιατρικές επεμβάσεις χρησιμοποιούν ήδη αποστειρωμένους ιστούς χοίρων, όπως σε καρδιακές βαλβίδες, σε καρδιοχειρουργικές επεμβάσεις, και μεταμοσχεύσεις κερατοειδούς, οι γιατροί πιστεύουν ότι η χρήση οργάνων χοίρων όπως τα νεφρά θα μπορούσαν να σταματήσουν την έλλειψη που παρατηρείται λόγω του μικρού αριθμού δοτών.
Περισσότεροι από 1.000 άνθρωποι πεθαίνουν στη Βρετανία κάθε χρόνο περιμένοντας μεταμόσχευση.
Οι Βρετανοί επιστήμονες δήλωσαν ότι το νέο επίτευγμα θα μπορούσε να βοηθήσει στην επίλυση μιας «τεράστιας ανάγκης της σύγχρονης ιατρικής».
Ο καθηγητής Ian McConnell, ομότιμος καθηγητής κτηνιατρικής στο Πανεπιστήμιο του Cambridge, δήλωσε: «Αυτή η εργασία αποτελεί ένα πολλά υποσχόμενο πρώτο βήμα στην ανάπτυξη γενετικών στρατηγικών για τη δημιουργία στελεχών χοίρων όπου ο κίνδυνος μετάδοσης ασυμβίβαστων ιών για μεταμόσχευση οργάνων έχει εξαλειφθεί, απομένει να δούμε αν αυτά τα αποτελέσματα μπορούν να μεταφραστούν σε μια πλήρως ασφαλή στρατηγική για τη μεταμόσχευση οργάνων».
Η έρευνα δημοσιεύθηκε στο περιοδικό Science.
Δεν υπάρχουν σχόλια
Δημοσίευση σχολίου