γράφτηκε
στον Τοίχο
9.9.17
-
0
Comments
Η ταινία Rashômon (Ρασόμον, 1950, Japan) ήταν η πρώτη διεθνής επιτυχία του διάσημου σκηνοθέτη Akira Kurosawa η οποία έκανε γνωστό στη δύση τόσο τον σκηνοθέτη της όσο και τον ιαπωνικό κινηματογράφο. Οι τεχνικές που χρησιμοποιήθηκαν ήταν πρωτόγνωρες για την εποχή τους ενώ μέχρι σήμερα διδάσκονται στις σχολές κινηματογράφου και αντιγράφονται χωρίς όμως ποτέ να μπορέσουν να φτάσουν την τελειότητα του μεγάλου αυτού σκηνοθέτη.
Πρόκειται για μια απλή ιστορία βασισμένη σε ένα διήγημα του Ryûnosuke Akutagawa του 1922 με τίτλο «Σ’ ένα άλσος». Κατά τη διάρκεια μιας καταιγίδας ένας ξυλοκόπος, ένας βουδιστής μοναχός και ένας αστός αναζητούν καταφύγιο σε ένα εγκαταλελειμμένο σπίτι. Εκεί ο αστός θα ζητήσει να μάθει λεπτομέρειες σχετικά με τη δολοφονία ενός σαμουράι και τον πιθανό βιασμό της γυναίκας του. Η υπόθεση είχε μόλις εκδικαστεί και οι δύο συνομιλητές του ήταν μάρτυρες στη δίκη: ο μοναχός γιατί είχε συναντήσει το ζευγάρι πριν το αποτρόπαιο έγκλημα και ο ξυλοκόπος γιατί ήταν αυτός που είχε ανακαλύψει το πτώμα. Κατά τη διάρκεια της δίκης ακούμε τέσσερις μαρτυρίες για το ίδιο γεγονός που όμως είναι αντιφατικές.
Πρώτα καταθέτει ένας ληστής, βασικός ύποπτος για τη δολοφονία αφού πιάστηκε να έχει στην κατοχή του το άλογο και τα όπλα του σαμουράι. Στη συνέχεια καταθέτει η γυναίκα του θύματος και η ίδια υποτιθέμενο θύμα βιασμού. Ακολουθεί η κατάθεση του ίδιου του νεκρού (!) με τη βοήθεια ενός μέντιουμ. Και οι τρεις ιστορίες όμως σύμφωνα με το ξυλοκόπο είναι ψέματα. Αυτός γνωρίζει την αλήθεια γιατί ήταν αυτόπτης μάρτυρας. Δεν θέλησε όμως να καταθέσει γιατί δεν ήθελε να ανακατευτεί.
Όλες οι ιστορίες έχουν αδυναμίες και είναι ψέματα. Υπό το πρίσμα των νέων στοιχείων που έρχονται στο φως μέσω των καταθέσεων βλέπουμε το μοναχό να χάνει σιγά – σιγά την πίστη του στην καλοσύνη του ανθρώπου, τον ξυλοκόπο να αποκαλύπτεται ως κοινός κλέφτης ενώ τα κυνικά σχόλια του αστού απλά ενισχύουν την άποψη ότι ο άνθρωπος είναι το χειρότερο ζώο.
Ο τίτλος της ιστορίας (Σ’ ένα άλσος) έχει γίνει ιδιωματισμός στα Ιαπωνικά και χρησιμοποιείται για να δηλώσει μια κατάσταση όπου δεν μπορεί να βγει κάποιο συμπέρασμα επειδή τα στοιχεία δεν είναι αρκετά ή είναι αντιφατικά.
Ο τίτλος της ταινίας (Ρασόμον) έγινε και αυτός έκφραση: «Φαινόμενο Ρασόμον» και χρησιμοποιείται όταν για το ίδιο γεγονός δίνονται αντιφατικές ερμηνείες από τους διαφορετικούς συμμετέχοντες. Ο όρος γενικά απευθύνεται στα κίνητρα, μηχανισμούς και περιστατικά της αναφοράς στο γεγονός και πιο γενικά στην υποκειμενικότητα της ανθρώπινης αντίληψης, μνήμης και αναφοράς. Συμβαίνει δε κυρίως σε περιπτώσεις πολύπλοκες και ασαφείς λόγω της απουσίας αποδείξεων για να ανυψώσει ή να αμαυρώσει κάθε εκδοχή της αλήθειας, και ιδιαιτέρως όταν υπάρχει κοινωνική πίεση για αποτελέσματα και απαντήσεις πάνω σε ένα ερώτημα. Ο όρος έχει χρησιμοποιηθεί και καθιερωθεί στην ανθρωπολογία, στη λογοτεχνία, στη ψυχολογία και στην εθνογραφία.
Κάθε νέα κατάθεση ταυτόχρονα ξεκαθαρίζει αλλά και θολώνει αυτά που ο θεατής γνωρίζει για το φόνο, δημιουργώντας τελικά μια πολύπλοκη και αντιφατική εικόνα των γεγονότων που στην ουσία αποτελεί μομφή στην ικανότητα ή στη θέληση του ανθρώπου να μεταδώσει την αντικειμενική αλήθεια. Ο λόγος είναι απλός: ο καθένας από τους μάρτυρες έχει να κρύψει κάτι. Όλοι μας ψευδόμαστε βάζοντας την αιτία πάντα με το μέρος μας και αυτός είναι ο λόγος που τον περισσότερο καιρό δεν είμαστε ειλικρινείς ούτε με τον ίδιο μας τον εαυτό.
Είναι η υποκειμενικότητα μας που φταίει ή μήπως η ζωώδης φύση μας; Υπάρχει λύση σε αυτήν την τραγωδία ώστε να επανακτήσουμε την εμπιστοσύνη μας στον άνθρωπο; Η μήπως και αυτή η ίδια εμπιστοσύνη είναι ένα όμορφο ψέμα που λέμε στον εαυτό μας όπως ο μοναχός της ταινίας;
Ο σκηνοθέτης δεν δίνει καμιά απάντηση. Αφήνει τα πάντα στην κρίση μας. Από την αρχή μας ορίζει ως κριτές της ιστορίας που τελικά όμως δεν μπορούν να κρίνουν λόγω των αντιφατικών καταθέσεων. Επομένως μας εξαναγκάζει, κατά κάποιον τρόπο, να εκφράσουμε την δική μας υποκειμενικότητα σε σχέση με την ταινία.
Ίσως η καλύτερη ταινία του Kurosawa ο οποίος έχοντας βαθιά γνώση του ανθρώπου και του κινηματογράφου χρησιμοποίησε πολλά τρικ για να μπορέσει να κάνει ενδιαφέρουσα την ταινία αλλά και να πει πράγματα τα οποία δεν λέγονται εύκολα με διαλόγους. Λέγεται ότι πριν τα γυρίσματα είχε πάει με τους βασικούς ηθοποιούς σε μια ταινία ζούγκλας για να μπορέσει να τους εξηγήσει πως θα παίξουν σωστά το ρόλο τους, επιδιώκοντας έτσι να τονίσει τη ζωώδη φύση του ανθρώπου.
Όταν διαβάζουμε ένα βιβλίο το μυαλό μας φτιάχνει ελεύθερα τις εικόνες, όμως σε μια ταινία αυτή η ελευθερία χάνεται. Η ιδιοφυΐα του Kurosawa ήταν ότι κατάφερε να χρησιμοποιήσει την κάμερα για να μας ξεγελάσει: νομίζουμε πάντα ότι ό,τι βλέπουμε είναι αληθινό. Με μακρινά πλάνα αλλά και πλάνα που δεν δείχνει καταφέρνει να κάνει πρώτα πιστευτές τις καταθέσεις των μαρτύρων και μετά να τις γκρεμίσει. Στην ουσία επιτρέπει σε συνδυασμό με τις εκπληκτικές ερμηνείες των ηθοποιών να υφάνει τον ιστό των ψεμάτων τους. Ο θεατής τοποθετείται πίσω από την κάμερα σαν ο ίδιος να είναι ο ανακριτής που κάνει τις ερωτήσεις ενώ η αντιφατικότητα των καταθέσεων αναγκάζει τον θεατή να αντιδρά στις πληροφορίες αλλά πάντα σύμφωνα με την προσωπικότητά του. Αυτός είναι και ο λόγος που κάθε θεατής έχει διαφορετική άποψη για τα γεγονότα. Αυτή η αινιγματική, χωρίς λύση του μυστηρίου ταινία συνεχίζει να συναρπάζει και να θαυμάζεται παρά το πέρασμα του χρόνου γιατί απλά αποτελεί ύψιστη μορφή τέχνης.
Δεν υπάρχουν σχόλια
Δημοσίευση σχολίου