γράφτηκε
στον Τοίχο
1.10.20
-
0
Comments
Ο Ιλία Ερενμπουργκ γεννήθηκε στο Κίεβο το 1891. Η συμμετοχή του από νεαρή ηλικία στους μπολσεβίκους οδήγησε στη σύλληψή του το 1908. Κατάφερε να διαφύγει στη Γαλλία.
Εκεί γνωρίζεται με μεγάλους καλλιτέχνες, όπως τον Πικάσο και τον Μοντιλιάνι. Η πρώτη του εμφάνιση στα Γράμματα χρονολογείται στα 1916, όπου και δημοσιεύει την ποιητική συλλογή «Ποιήματα για τις παραμονές».
Σε αυτά αποτυπώνεται η φρίκη και ο αποτροπιασμός του για τα δεινά που συνέχιζε να προκαλεί ο Α' Παγκόσμιος Πόλεμος.
Το ξέσπασμα της Μεγάλης Οκτωβριανής Σοσιαλιστικής Επανάστασης τον βρίσκει στη Ρωσία. Τα αισθήματά του ανάμεικτα, όπως και της πλειοψηφίας των διανοουμένων, που αρχικά την αντιμετώπισαν εχθρικά και με σκεπτικισμό. «Ενθουσιασμός και φρίκη μπρος στην πραγματικότητα», γράφει στην ποιητική συλλογή «Παραμονές», που εξέδωσε το 1921 στο Βερολίνο.
Το 1922 κυκλοφορεί το φιλοσοφικό - σατιρικό του μυθιστόρημα «Οι ασυνήθιστες περιπέτειες του Χούλιο Χουρενίτο και των μαθητών του», όπου προκαλεί εντύπωση. Σε αυτό δίνει μια μωσαϊκή εικόνα της Ευρώπης και της Ρωσίας στα χρόνια του Α' Παγκοσμίου Πολέμου και της Επανάστασης. Γενικότερα, στα έργα της δεκαετίας του 1920 ο Ερενμπουργκ ασχολείται με την αντιπαράθεση του ατόμου με την κοινωνία, αλλά και με τις αντιθέσεις της αστικής κοινωνίας και ηθικής.
Ήρθε ο καιρός για μια λογοτεχνία μεγάλη, σαν το λαό μας
Από τις αρχές της δεκαετίας του '30 εγκαθίσταται και ζει στην ΕΣΣΔ. Αποφασίζει να ενώσει τις δυνάμεις του με όλους όσοι πάσχιζαν να οικοδομήσουν τη νέα εξουσία, τον νέο σοβιετικό πολιτισμό.
Από τότε μέχρι και το τέλος της ζωής του, τον απασχολούσε έντονα πώς οι συγγραφείς της ΕΣΣΔ και το έργο τους θα στέκονταν αντάξιοι της νέας κοινωνίας που οικοδομούνταν. «Ποτέ στην ιστορία δεν έζησαν αναγνώστες σαν τους δικούς μας. Φτάνει να παραβρεθείτε σε μια συγκέντρωση αναγνωστών, να θρονιαστείτε μια βραδιά σε μια εργοστασιακή βιβλιοθήκη, να ρίξετε μια ματιά στα γράμματα που παίρνουν οι συγγραφείς, για να δείτε το βάθος, την ανθρωπιά, τον ενθουσιασμό των αναγνωστών μας. Και ποιοι είναι;
Όχι ομαδούλες "ειδημόνων", όχι μικροί κύκλοι προεπαναστατικών διανοουμένων. Όχι. Αναγνώστης μας είναι ο λαός... Ο λαός μας είναι ανώτερος απ' την εικόνα που δίνουμε γι' αυτόν... Λένε πως ήρθε ο καιρός για μια λογοτεχνία μεγάλη. Μεγάλη σαν το λαό μας».
Στο μυθιστόρημά του «Ημέρα δεύτερη» καταπιάνεται με το ρόλο της σοβιετικής νεολαίας για την οικοδόμηση του σοσιαλισμού, την περίοδο του πρώτου πεντάχρονου πλάνου.
Όταν ξέσπασε ο Ισπανικός Εμφύλιος, στέλνεται ως ανταποκριτής της εφημερίδας «Ισβέστια». Εκεί γνωρίστηκε με τον Ερνεστ Χέμινγουεϊ. Όπως ήταν φυσικό, η πάλη του ισπανικού λαού, οι βαρβαρότητες των φασιστών του Φράνκο σημαδεύουν τον Ερενμπουργκ και αυτό φαίνεται σε πολλά έργα της περιόδου. «Χωρίς ανάσα», «Τι χρειάζεται ο άνθρωπος» κ.ά.
Το 1940 άρχισε τη συγγραφή του έργου «Η πτώση του Παρισιού» (Κρατικό Βραβείο της ΕΣΣΔ). Το συγκεκριμένο έργο κυκλοφόρησε πρόσφατα από τις εκδόσεις «Σύγχρονη Εποχή» σε δύο τόμους.
Ο Ερενμπουργκ δημιουργεί ένα επικό και συναρπαστικό μυθιστόρημα, εστιάζοντας στις μέρες του 1934 και τα πικρά γεγονότα που ακολουθούν από τη σύσταση του Λαϊκού Μετώπου στη Γαλλία έως και την πτώση του Παρισιού, δηλαδή την παράδοσή του στους ναζί.
Η Οκτωβριανή Επανάσταση έσωσε δύο φορές τη Ρωσία
Η ναζιστική εισβολή στη Σοβιετική Ενωση τον βρήκε στη Μόσχα ως συντάκτη στις εφημερίδες «Πράβντα», «Ισβέστια», «Κόκκινος Αστέρας». Με τα άρθρα του εδραίωνε την πίστη του σοβιετικού λαού στη νίκη απέναντι στο φασισμό. Επίσης, εκείνη την περίοδο δημοσίευε άρθρα και ανταποκρίσεις σε εφημερίδες του εξωτερικού.
Κάποια απ' αυτά τα άρθρα του δημοσιεύονται στο βιβλίο «Το χρονικό της Αντρειοσύνης», που κυκλοφορεί από τις εκδόσεις «Σύγχρονη Εποχή». Ειδικά στις μέρες μας, όπου επιχειρείται το ξαναγράψιμο της Ιστορίας, αυτά τα άρθρα αποδεικνύουν με τον πιο πειστικό τρόπο τον καθοριστικό ρόλο του σοβιετικού λαού και του Κόκκινου Στρατού στην Αντιφασιστική Νίκη.
«Ετσι η Οκτωβριανή Επανάσταση έσωσε δυο φορές τη Ρωσία. Αν δεν υπήρχε η επανάσταση, δε θα υπήρχαν οι υπερασπιστές του Στάλινγκραντ, δε θα υπήρχαν εργάτες ικανοί να εγκαταστήσουν μέσα σε μια βδομάδα εργοστάσιο στην ερημιά, δε θα υπήρχαν οι Ουζμπέκοι που πολεμούν με αυτοθυσία κοντά στο Ρζεφ, δε θα υπήρχε ο Κόκκινος Στρατός που έχει καταπλήξει τον κόσμο...».
Το 1946 - 1947 γράφει το μυθιστόρημα «Θύελλα», όπου αναδεικνύει την καθημερινότητα του σοβιετικού λαού, που πρωτοστάτησε στην εμπροσθοφυλακή, αλλά και στα μετόπισθεν της μάχης.
Μεταπολεμικά έγραψε πλήθος μυθιστορημάτων, όπως «Το ένατο κύμα» (1952), κριτικά δοκίμια όπως το «Ξαναδιαβάζοντας τον Τσέχωφ» (1960). Το πιο σημαντικό έργο αυτήν την περίοδο είναι τα απομνημονεύματά του, με τίτλο «Άνθρωποι, χρόνια, ζωή», μια καταγραφή των προσωπικών και ιδεολογικών βιωμάτων του συγγραφέα και ταυτόχρονα μια αποκαλυπτική τοιχογραφία του πρώτου μισού του περασμένου αιώνα.
Με διεισδυτικό και οξύ τρόπο αλλά και γεμάτος αγάπη για τον άνθρωπο και μίσος για όσους σφαγιάζουν την ανθρωπιά του, φέρνει μπροστά στον αναγνώστη πρόσωπα και γεγονότα που σημάδεψαν με τον έναν ή τον άλλο τρόπο την πορεία της ανθρωπότητας.
Το λογοτεχνικό έργο του Ερενμπουργκ, όπως είπε και ο Γιάννης Ρίτσος, στοχεύει να καλλιεργήσει στον αναγνώστη «καίριο σύγχρονο προβληματισμό» και «βαθειά ανθρώπινη συγκίνηση».
Διατέλεσε βουλευτής του Ανώτατου Σοβιέτ, καθώς και αντιπρόεδρος του Παγκόσμιου Συμβουλίου Ειρήνης. Πέθανε στη Μόσχα το 1967.
Σοβαρότητα, θέρμη και ανθρωπιά
Τον Ερενμπουργκ τον απασχολούσε ιδιαίτερα ο ρόλος της τέχνης και ιδιαίτερα της λογοτεχνίας στην ΕΣΣΔ. Αντιλαμβανόταν την τέχνη του ως «κοινωνικό χρέος» και «κοινωνική αποστολή» για τη διαμόρφωση ελεύθερων ανθρώπων, με συνείδηση της αναγκαιότητας, κατανοώντας τις νομοτέλειες εξέλιξης της κοινωνίας, αλλά και με όλη εκείνη την κουλτούρα, για να ανταποκριθούν στο νέο ρόλο τους, ως ιδιοκτήτες του παραγόμενου πλούτου.
«Κάθε Σοβιετικός συγγραφέας συμμετέχει στο έργο, στο οποίος αφιερώθηκε ο λαός μας: Στην οικοδόμηση της κομμουνιστικής κοινωνίας», άλλωστε «στη σοσιαλιστική κοινωνία, η σύνδεση του συγγραφέα με το λαό υπάρχει, είναι συνειδητή».
Ακόμα, ιδιαίτερα τον απασχόλησε πώς ο Σοβιετικός συγγραφέας θα δώσει «ζωντανούς ανθρώπους», ήρωες που η προσωπικότητά τους πλάθεται μέσα σε συγκεκριμένες καταστάσεις και τις κάθε φορά κοινωνικές συνθήκες.
«Οι σύγχρονοί μας άνθρωποι δεν είναι μακέτες του ιδεώδους ανθρώπου του αιώνα που μας έρχεται. Σε πολύ άσχημες συνθήκες εκπληρώνουν ένα έργο πραγματικά χωρίς προηγούμενο, όμως καθένας τους έχει τις ελλείψεις και τις αδυναμίες του... Ξέρουμε ότι πρέπει να δώσουμε ζωντανούς ανθρώπους. Γι' αυτό μας χρειάζεται σοβαρότητα, θέρμη και ανθρωπιά».
Δεν υπάρχουν σχόλια
Δημοσίευση σχολίου