γράφτηκε
στον Τοίχο
27.12.20
-
0
Comments
«Τελετουργικό υγιεινής»
Αποτελούσε ένα βίαιο «τελετουργικό υγιεινής» αλλά το μόνο που έχει απομείνει να το θυμίζει είναι μία πινακίδα σε στάση αστικών λεωφορείων με τη λέξη «Aπολυμαντήρια».
Αυτό είναι και το μοναδικό υλικό ίχνος για ένα χώρο προσφυγικής ιστορίας και μαρτυρίου που λειτουργούσε μέχρι τα μέσα της δεκαετίας του '60, στο δήμο Καλαμαριάς. Σε μία προσπάθεια συντήρησης της ιστορικής μνήμης και με αφορμή τη συμπλήρωση 90 χρόνων από τη Μικρασιατική Καταστροφή, καθώς η εμπειρία της απολύμανσης στην Καλαμαριά υπήρξε ένα τραυματικό βίωμα για τους περισσότερους πρόσφυγες κατά την άφιξή τους στη Μακεδονία, το Ιστορικό Αρχείο Προσφυγικού Ελληνισμού του δήμου Καλαμαριάς προκήρυξε λογοτεχνικό διαγωνισμό με θέμα «Το Απολυμαντήριο της Καλαμαριάς».
«Σήμερα, από τις εγκαταστάσεις του Απολυμαντηρίου, δεν σώζεται τίποτε, πέρα από τις αναμνήσεις ατόμων που ζούσαν στην Καλαμαριά και κινούνταν στο χώρο» καταγράφουν οι ιστορικοί Μαρία Καζαντζίδου και Θεοδόσης Τσιρώνης.
Όπως σημειώνουν, το μεγαλύτερο μέρος των προσφύγων που ήρθαν μαζικά, με πλοία, από τη Ρωσία το 1920-'21 και κυρίως οι πρόσφυγες της Μικρασιατικής Καταστροφής, πέρασαν από τη διαδικασία της απολύμανσης και της καραντίνας, σε λοιμοκαθαρτήρια που ήδη λειτουργούσαν σε διάφορα σημεία της χώρας, ορισμένα από τα μέσα του 19ου αιώνα. Τα πιο γνωστά από αυτά είναι: τα απολυμαντήρια του Κρωββ στην Πάτρα, στο νησάκι του Αγίου Γεωργίου στη Σαλαμίνα (απ΄ όπου πέρασαν περίπου 100.000 άτομα), στο νησάκι Βίδος στην Κέρκυρα και στη Μακρόνησο, γνωστά τα δύο τελευταία ως «νεκροταφεία», λόγω των άθλιων συνθηκών διαβίωσης και των δεκάδων χιλιάδων προσφύγων που άφησαν εκεί την τελευταία τους πνοή.
Σε κλίβανο τα ρούχα και κούρεμα με την «ψιλή»
Οι περισσότεροι πρόσφυγες που εγκαταστάθηκαν στη Μακεδονία μεταφέρθηκαν με τα πλοία, και για τη μεγάλη πλειοψηφία αυτών, ο πρώτος τόπος αποβίβασης ήταν η Θεσσαλονίκη. Τις πρώτες μέρες, οι πρόσφυγες αποβιβάζονταν στο λιμάνι της Θεσσαλονίκης και αναζητούσαν κατάλυμα στο κέντρο της πόλης, σε σπίτια, ξενοδοχεία, πλατείες, δρόμους, αγορές, εκκλησίες και άλλους δημόσιους χώρους. Σύντομα, στο λιμάνι και στο κέντρο έγινε το αδιαχώρητο, γεγονός που έκανε τις αρχές να επιλέξουν ως τόπο αποβίβασης την Καλαμαριά, όπου υπήρχε άφθονος ελεύθερος χώρος, στοιχειώδεις στεγαστικές υποδομές και επίσης στοιχειώδης υποδομή για την απολύμανση και απομόνωση των προσφύγων και την παρεμπόδιση της μετάδοσης ασθενειών στην πόλη. Το Δημόσιο Λοιμοκαθαρτήριο ή Απολυμαντήριο, ήταν ο πρώτος χώρος υποδοχής, μόλις κατέβαιναν οι πρόσφυγες από το καράβι.
Μαρτυρίες ηλικιωμένων προσφύγων και περιγραφές από τον Τύπο της εποχής αναφέρουν ότι επρόκειτο για δύο μεγάλα ξύλινα παραπήγματα, κατασκευασμένα καταρχήν για τις ανάγκες των συμμαχικών στρατευμάτων στον Πρώτο Παγκόσμιο Πόλεμο (1916-1918). Στο ένα παράπηγμα απολυμαίνονταν σε κλίβανο τα ρούχα, τα σκεύη και τα λοιπά υπάρχοντα των προσφύγων, ενώ στη διπλανή παράγκα, οι πρόσφυγες ήταν υποχρεωμένοι να κάνουν λουτρό με κρύο νερό και να κουρευτούν.
Σύμφωνα με το κείμενο των δύο ιστορικών που έχουν μελετήσει το θέμα, παράλληλα με την οδύνη και την ταλαιπωρία του ξεριζωμού και κυρίως τις φοβερές κακουχίες του ταξιδιού με τα πλοία, όπου χιλιάδες πρόσφυγες είχαν αποδεκατιστεί από αρρώστιες, η εμπειρία της απολύμανσης, περιγράφεται ως τραυματική και άφησε στους περισσότερους μια σκληρή ανάμνηση, που τους συνόδευε μέχρι τα γεράματα. Αυτό ισχύει τόσο για τους πρόσφυγες της Μικρασιατικής Καταστροφής, όσο και για αυτούς που δύο χρόνια νωρίτερα είχαν έρθει από τον Καύκασο.
Οι διηγήσεις τους, αφήνουν να νοηθεί ότι το τραύμα συνίσταται σε δύο στοιχεία: το ένα ήταν η αχρήστευση των ελάχιστων υπαρχόντων που κατάφεραν να περισώσουν από το διωγμό∙ η υψηλή θερμοκρασία του κλίβανου συρρίκνωνε και παραμόρφωνε τα ρούχα τους και τα μετέτρεπε σε κουρέλια.
Κυρίως, όμως, το τραύμα αφορούσε το αίσθημα της ταπείνωσης και του εξευτελισμού: οι μικρασιάτες, πόντιοι και θρακιώτες Έλληνες, έμπαιναν σε μια διαδικασία βίαιου και μαζικού καθαρισμού με φαρμακευτικά απολυμαντικά μέσα, και σε υποχρεωτικό κούρεμα των μαλλιών και για τα δύο φύλα. Με τη νοοτροπία της εποχής εκείνης, οι γυναίκες βίωναν το κούρεμα ως μία βίαιη και ταπεινωτική επέμβαση στο σώμα και την αξιοπρέπειά τους, στην ίδια τη γυναικεία τους υπόσταση δηλαδή.
Παρόλο που η διαδικασία αποσκοπούσε στη μέριμνα για τη δημόσια υγεία, υπογραμμίζουν οι Μαρία Καζαντζίδου και Θεοδόσης Τσιρώνης, η ταχύτητα και η μαζικότητα που επέβαλαν οι συνθήκες παρέπεμπαν περισσότερο σε ψυχρή ιατρική διαδικασία και μεταχείριση κοπαδιού ζώων.
Μετά την απολύμανση, ακολουθούσε η καραντίνα, σε σκηνές ή σε θαλάμους στην παρακείμενη περιοχή, όπου οι πρόσφυγες διέμεναν, για μικρό χρονικό διάστημα, χωρίς το δικαίωμα να απομακρυνθούν από τον περιορισμένο χώρο, για την αποφυγή μετάδοσης ασθενειών. Ο χώρος περιοριζόταν σε κάποια σημεία με συρματόπλεγμα και - σύμφωνα με κάποιες, αλλά όχι όλες τις μαρτυρίες - φυλασσόταν από στρατιώτες. Ακολουθούσε η μετακίνηση προς το κέντρο της Θεσσαλονίκης ή την ενδοχώρα της Μακεδονίας, και για κάποιους η μόνιμη εγκατάσταση σε θαλάμους της Καλαμαριάς και, κάποια χρόνια αργότερα, στα νεόχτιστα προσφυγικά σπίτια.
Το καλοκαίρι του 1942, οι γερμανικές αρχές κατοχής συγκέντρωσαν μεγάλο αριθμό Θεσσαλονικέων Εβραίων ανδρών για καταναγκαστικά έργα στη Μακεδονία. Προτού τους διαμετακομίσουν στα επιμέρους σημεία, προηγήθηκε η απολύμανσή τους στο Απολυμαντήριο της Καλαμαριάς, όπου τους μετέφεραν, πεζούς βέβαια και στη συνέχεια και πάλι με τα πόδια στη Θεσσαλονίκη.
Ιστορικά γεγονότα
«Αυτή ήταν η πρώτη όψις της Καλαμαριάς»: καταυλισμοί, αντίσκηνα, απολυμαντήριο, κλίβανοι. Τα κορίτσια θυσιάζουν τις μακριές πλεξίδες τους και τα ρούχα ρίχνονται στην πυρά. O φόβος των ντόπιων για την εξάπλωση των επιδημιών απομονώνει τους πρόσφυγες μέσα στους καταυλισμούς• γύρω-γύρω τοποθετούνται συρματοπλέγματα. Η καραντίνα του Κατιρλί. Η Θεσσαλονίκη μακριά• ίσως πιο μακριά κι απ’ τον τόπο που εγκατέλειψαν…
Την περίοδο 1922-1924 κατέφθασαν στη Θεσσαλονίκη πάνω από 270.000 πρόσφυγες από τον Καύκασο και την νότια Ρωσία, ειδικά από το Καρς. Οι περισσότεροι πρόσφυγες που εγκαταστάθηκαν στη Μακεδονία μεταφέρθηκαν με τα πλοία, και για τη μεγάλη πλειοψηφία αυτών, ο πρώτος τόπος αποβίβασης ήταν η Θεσσαλονίκη.
Τις πρώτες μέρες, οι πρόσφυγες αποβιβάζονταν στο λιμάνι της Θεσσαλονίκης και αναζητούσαν κατάλυμα στο κέντρο της πόλης, σε σπίτια, ξενοδοχεία, πλατείες, δρόμους, αγορές, εκκλησίες και άλλους δημόσιους χώρους. Σύντομα, στο λιμάνι και στο κέντρο έγινε το αδιαχώρητο, γεγονός που έκανε τις αρχές να επιλέξουν ως τόπο αποβίβασης την Καλαμαριά, όπου υπήρχε άφθονος ελεύθερος χώρος, στοιχειώδεις στεγαστικές υποδομές και επίσης στοιχειώδης υποδομή για την απολύμανση και απομόνωση των προσφύγων και την παρεμπόδιση της μετάδοσης ασθενειών στην πόλη.
Το Δημόσιο Λοιμοκαθαρτήριο ή Απολυμαντήριο, ήταν ο πρώτος χώρος υποδοχής, μόλις κατέβαιναν οι πρόσφυγες από το καράβι. Το γεγονός πως εκείνη την εποχή ο τύφος βρισκόταν σε έξαρση, αποτέλεσε κίνητρο για τη μάζωξη όλων αυτών των κατοίκων στην περιοχή της Καλαμαριάς., όπου υπήρχε άφθονος ελεύθερος χώρος, στοιχειώδεις στεγαστικές υποδομές και επίσης στοιχειώδης υποδομή για την απολύμανση και απομόνωση των προσφύγων και την παρεμπόδιση της μετάδοσης ασθενειών στην πόλη. Εκεί «καθάριζαν» τον κόσμο από τις αρρώστιες ώστε να μην μεταδοθούν και στους υπόλοιπους κατοίκους της Θεσσαλονίκης. Συγκεκριμένα έλουζαν με μία πλάκα πράσινου σαπουνιού τα κεφάλια και το σώμα των προσφύγων και έπειτα τους κούρευαν ώστε να απαλλαχθούν από τις ψείρες.
Έπειτα αφού απολύμαιναν τα ρούχα τους , τους τα επέστρεφαν, τις περισσότερες φορές είτε μισά είτε κουβάρια.
Έπειτα από τον «κλίβανο» οι πρόσφυγες έμεναν σε πρόχειρες σκηνές και σε θαλάμους που είχαν αφήσει τα συμμαχικά στρατεύματα, χωρίς θέρμανση ,τα οποία ήταν περιφραγμένα με ισχυρό συρματόπλεγμα και υπήρχαν και έξοδοι, στις οποίες υπήρχαν φυλάκια του στρατού, έτσι ώστε να διαφυλάξουν την μη είσοδο των προσφύγων στη Θεσσαλονίκη, για να προστατέψουν την πόλη από τον τύφο.
Συνολικά, πέθαναν πάνω από 50.000 πρόσφυγες. Αιτίες θανάτου ήταν η ελονοσία (περίπου 50 θάνατοι ανά ημέρα) , η πείνα, ο τύφος, ποικίλες μολυσματικές ασθένειες , η πνευμονία αλλά κυρίως το κρύο και οι αντίξοες καιρικές συνθήκες .Αρκετοί από όσους κατάφεραν να επιβιώσουν επέλεξαν να εγκατασταθούν σε χωριά στο εσωτερικό της Μακεδονίας. Μέρος αυτών εγκαταστάθηκε στο συνοικισμό "κτηνοτροφικά" (κερσλίδικα).
Η κατεδάφιση των κτιρίων των Απολυμαντηρίων έγινε το 1965. Από τότε μέχρι και σήμερα η περιοχή είναι τελείως διαφορετική. Στην μνήμη αυτού του θλιβερού ιστορικού αλλά σημαντικού πάραυτα γεγονότος ο Οργανισμός Αστικών Συγκοινωνιών Θεσσαλονίκης όρισε τη στάση Απολυμαντήρια στο συγκεκριμένο σημείο στη γραμμή 05:Νέα Κρήνη- Βενιζέλου.
Ιστορικές Πηγές
Κώστας Φωτιάδης ιστορικός και καθηγητής του Πανεπιστημίου Δ. Μακεδονίας, με αφορμή το επιστημονικό συνέδριο, με θέμα: «Θεσσαλονίκη, πρωτεύουσα των προσφύγων», είπε:
«Σε μια από αυτές τις αφίξεις, περί τους 1.300 από αυτούς τους πρώτους πρόσφυγες έφτασαν στην ακτή με ότι φορούσαν, καθώς με άλλο πλοίο θα έφτανε ότι είχε διασωθεί από το βιός τους. Τα φθαρμένα και σκισμένα ρούχα τους παραδόθηκαν στη φωτιά, μόλις πέρασαν από τα απολυμαντήρια και αναγκάστηκαν να μείνουν τέσσερις μήνες στον καταυλισμό της Καλαμαριάς, σχεδόν γυμνοί, τυλιγμένοι με ένα σεντόνι, περιμένοντας το πλοίο με τα πράγματα τους. Πολλοί από αυτούς δεν άντεξαν. Κατά κάποιο τρόπο, αυτό το επιστημονικό συνέδριο είναι παράλληλα και ένα μνημόσυνο για αυτούς τους πρόσφυγες»
Θεοδόσης Μπακογλίδης, δήμαρχος Καλαμαριάς , σε επιστημονικό συνέδριο, με θέμα: «Θεσσαλονίκη, πρωτεύουσα των προσφύγων»,
«Η Καλαμαριά δεν υπήρχε τότε, οι πρόσφυγες τη δημιούργησαν και η Θεσσαλονίκη εξ αιτίας αυτής της προσφυγικής ροής απέκτησε το προσωνύμιο που της αποδίδει ο Ιωάννου, στα γραπτά του, ως «η πόλη των προσφύγων»»
Μαρτυρίες ανθρώπων που έζησαν αυτήν την εμπειρία
“…Μας βάλαν’ στη σειρά τα μικρά και τις γριές, και μας κουρεύανε. Έκλαιγα, φώναζα: ψάξε με, δες με, δεν έχω ψείρες! Με το ζόρι με κούρεψαν, Σα κολοκύθι με κάνανε. Πολύ καιρό μετά ντρεπόμουνα να βγω στην αγορά να ψουνίσω”.
(Μαρτυρία Καλλισθένης Καλλίδου από το χωριό Φερτέκι της Καππαδοκίας)
Στο Ιστορικό Αρχείο Προσφυγικού Ελληνισμού έχουν καταχωρηθεί διηγήσεις των πρώτων προσφύγων που έφτασαν στην περιοχή:
“...Από τον δρόμο την οδό Κομνηνών και προς την παραλία κάτω είχαν εγκαταστήσει σκηνές. Γύρω-γύρω αυτή η έκτασις των θαλάμων και των σκηνών ήταν περιφραγμένη με ισχυρό συρματόπλεγμα και υπήρχαν και έξοδοι, στις οποίες υπήρχαν φυλάκια του στρατού να φυλάξουν, ούτως ώστε οι πρόσφυγες να μην μπουν στη Θεσσαλονίκη διότι εδώ παρετηρήθη τύφος και ήταν κίνδυνος να μολυνθεί και η υπόλοιπη Θεσσαλονίκη”.
(Απόσπασμα από προφορική μαρτυρία του Σίμου Λιανίδη. Ήρθε το 1920 από το Βατούμ).
“…Στο δρόμο κοντέψαμε να πνιγούμε. Ήταν μικρό το πλοιάριο κι είχε πολύ κόσμο μέσα. Μας γυρνούσε μία από εδώ και μία από εκεί. Προσευχές, πράγματα. Μας έφεραν εδώ και είχε μια λιακάδα εκείνη τη μέρα. Ανασάναμε. Αφού κατέβαινε ο κόσμος και φιλούσε το χώμα”.
(Απόσπασμα από προφορική μαρτυρία του Παναγιώτη Ευθυμιάδη, Τραπεζούντα 1917, Καλαμαριά 1923).
“…Ερχόμαστε εδώ που είναι η πλαζ, απέναντι μάς έβγαλε το πλοίο.Ήταν μια ξύλινη σκάλα, ανεβαίναμε , να ʼρθουμε προς τα εδώ.Εκεί ήταν κάτι απολυμαντήρια και παίρναν τον κόσμο για απολύμανση και τους κόβαν τα μαλλιά, γυναίκες και άνδρες. Τι να κάνει ο μπαμπάς μου! Κάτι λεφτουδάκια που είχε τάισε εκεί έναν και του λέει: “Βάστα αυτά και μη μας κάνετε κλίβανο ούτε να μας κόψετε τα μαλλιά”.Ήταν οι αδελφές μου με μεγάλα μαλλιά.Τα πήραν τα χρήματα, μας άφησαν…
(Σίμος Λιανίδης, ήρθε το 1920 στην Καλαμαριά από το Βατούμ).
thessgiatro
Επιμέλεια: Κατικαρίδου Ιωάννα
Δεν υπάρχουν σχόλια
Δημοσίευση σχολίου