Προσφατα
.

3.3.21

Δόμνα Βισβίζη

Η Δόμνα Βισβίζη γεννήθηκε το 1783 στον Αίνο της Ανατολικής Θράκης. Ο πατέρας της ήταν μεγαλοκτηματίας της περιοχής. Σε ηλικία 25 ετών, το 1808, παντρεύτηκε τον εφοπλιστή Χατζή Αντώνη Βισβίζη, με τον οποίο απέκτησαν πέντε παιδιά. Τρία αγόρια και δύο κορίτσια. 
 
Ο Χατζή Αντώνης Βισβίζης ήταν από τους πρώτους που μυήθηκαν στη Φιλική Εταιρεία. Τον Φεβρουάριο του 1821, επιστράτευσε το καλύτερο καράβι του, την «Καλομοίρα», οπλισμένο με 14 κανόνια και 140 ναύτες πλήρωμα, και ρίχτηκε στη μάχη. 
 
Συμμετείχε σε δεκάδες ναυμαχίες στο Αιγαίο και στις επιχειρήσεις των Υψηλάντη, Ανδρούτσου και Νικηταρά στη Λαμία για να σταματήσουν την κάθοδο του Δράμαλη νοτιότερα. 
 
Για την καθοριστική συμβολή του, ο Ανδρούτσος με τον Νικηταρά του απηύθυναν γράμματα ευγνωμοσύνης. Ένα από αυτά έγραφε: 
«Διά του παρόντος φανερώνομεν και αποδεικνύομεν ότι ο Χ’Άντώνιος Βισβίζης, Αινίτης, ευρισκόμενος με το καράβι του εις νησίον Λιβάδα, όστις από Όλυμπον είχεν έλθει προς τον Άρειον Πάγον για υπόθεσιν του Γένους, και όντες ημείς πολιορκισμένοι εις Αγίαν Μαρίναν από τους εχθρούς με κανόνια επτά, χτυπώντας μας με μπάλλα επτά γρανάτας και ζητώντας απ’ αυτόν διά μέσου του Αρείου Πάγου δύο κανόνια… αμέσως εσηκώθη με μεγάλον πατριωτισμόν εις τα πανιά, και ήλθε με το καράβι του προς βοήθειάν μας και δίδωντάς μας τα δύο κανόνια… εκράτησεν τρεις ημέρας πόλεμον ακαταπαύσεως με κανόνια και ούτως ημπόρεσε ίνα εμβαρκαρισθή η κολώνα μας από τρεις χιλιάδες και να σωθή. 
Εκ του Μόλου Παλαιοχωρίου τη 15η Απριλίου 1822, Οδυσσεύς Αντρήτσου»
 
Η «Μπουμπουλίνα της Θράκης» 
Ο καπετάν Βισβίζης δεν ήταν μόνος του. Εκτός από το πλήρωμα της «Καλομοίρας», παρούσα σε όλες τις μάχες ήταν και η γυναίκα του, Δόμνα. Η «Κυρά των Θαλασσών», όπως ονομάστηκε αργότερα, πήρε μαζί τα πέντε παιδιά τους και όλα τα τιμαλφή της οικογένειας και ακολούθησε χωρίς δεύτερη σκέψη τον άντρα της. 
Στις 21 Ιουλίου 1822, ο Χατζή Αντώνης Βισβίζης σκοτώθηκε, κατά τη διάρκεια της θαλάσσιας πολιορκίας της Εύβοιας. 
 
Τα ηνία της «Καλομοίρας» ανέλαβε πλέον η Δόμνα. Έχοντας αποκτήσει εμπειρία από τις προηγούμενες ναυμαχίες και με τη βοήθεια του υπαρχηγού, καπετάν Σταυρή, κυβέρνησε το πλοίο και συνέχισε την πολιορκία. 
 
Για τα επόμενα τρία χρόνια έγινε ο φόβος των Τούρκων. Το πλοίο μετονομάστηκε πλέον σε «Δόμνα» κατόπιν κυβερνητικής εντολής και συνέχισε να λαμβάνει μέρος σε ναυμαχίες και να μεταφέρει πολεμοφόδια. 
 
Τα έξοδα για την συντήρηση του πλοίου και του πολυμελούς πληρώματος καλύπτονταν από την περιουσία της. Πούλησε μέχρι και τα κοσμήματά της, ώσπου δεν είχε πια τι άλλο να δώσει ενώ το ήδη γέρικο πλοίο άρχισε να παρουσιάζει προβλήματα και να να μην είναι αξιόμαχο. 
 
Έτσι, το 1824 αναγκάστηκε να παραδώσει την «Δόμνα» στους Υδραίους, οι οποίοι το μετέτρεψαν σε πυρπολικό. Η ένδοξη πορεία του έμελλε να συνεχιστεί, παρά τις φθορές του, καθώς με το συγκεκριμένο πλοίο, ο Πιπίνος ανατίναξε την τουρκική φρεγάτα «Χανζέ Γκεμίστ». 
 
Οι οπλαρχηγοί της Εύβοιας και της Ρούμελης έστειλαν ευχαριστήρια έγγραφα στην Θρακιώτισσα καπετάνισσα για την συνεισφορά της ενώ ο Υψηλάντης την χαρακτήρισε «γενναιοτάτην Δέσποινα και Καπετάνισσα» και ο Ανδρούτσος «Ηρωίδα και ευεργέτιδα». 
 
Περιπλανώμενη και φτωχή 
Την ίδια στιγμή που ιστορικές φυσιογνωμίες της Επανάστασης επιδοκίμαζαν την «Μπουμπουλίνα της Θράκης», εκείνη περιπλανιόταν άστεγη και πάμπτωχη με τα πέντε της παιδιά. Πήγε αρχικά στη Μύκονο όπου με τα παιδιά της ζούσαν στοιβαγμένοι σε ένα μικρό δωμάτιο. Έπειτα μεταφέρθηκε στην Ύδρα και στη συνέχεια στο Ναύπλιο. 
 
Εκεί, απευθύνθηκε στη Διοίκηση με την ελπίδα ότι το ένδοξο παρελθόν της ήταν ικανό να της εξασφαλίσει τα απαραίτητα προς επιβίωση. Ωστόσο, η πόρτα της Διοίκησης ήταν ερμητικά κλειστή. Τόσο για την Δόμνα όσο και για τα «υπέρ της πατρίδος αποθανόντος πατρός, τέκνα» της. 
 
Η ίδια δεν έλαβε καν την αποζημίωση που χορηγούνταν σε διάφορους, ακόμα και άγνωστους, οπλαρχηγούς. Μάλιστα, το μόνο που κατάφερε ήταν να της χορηγηθεί μηνιαία σύνταξη, τριάντα δραχμών. Δηλαδή η κατώτερη όλων. Σταδιακά, οι συνθήκες γίνονταν ολοένα και πιο ανυπόφορες. Ο λιμός που χτύπησε τον ελλαδικό χώρο σκότωσε ένα από τα παιδιά της. 
 
Το 1826, η Δόμνα Βισβίζη έγραφε: «….Κλαίω, ευσπλαχνίαν δεν ευρίσκω ουδεμίαν. Άχρι και των ουρανών κραυγάζω. Ώτα ανεωγμένα δεν βλέπω! Πώς άλλως να εκφράσω τον πόνο μου; Ή με οποίον άλλον τρόπο να κινήσω ανθρώπων σπλάγχνα εις συμπάθειαν»; 
 
Τον Αύγουστο του 1829 μεταφέρθηκε στο Άργος και έγραψε στον Καποδίστρια: «…Γνωρίζω ότι φαίνομαι όχι μόνον οχληρά και βαρετή, αλλά και τολμηρά. Ανάγκη όμως μεγίστη μ΄ αναγκάζει και μάλλον με βιάζει! Κατ΄ ανάγκη λιμού, λιμοκτονίας και άκρας πτωχείας κατήντησα κλινήρης εις τόπον ξένον, μακράν των δυστυχών μου ορφανών και ανηλίκων. Δεν είμαι εις κατάστασιν να επιστρέψω εις αυτά, επειδή έμεινα έρημος. Και αυτής της εφημέρου τροφής στερούμενη, κινδυνεύομεν να αποθάνομεν από την πείναν! Επί Μάρτυρι Θεώ δεν έχω καν τα αναγκαία μου έξοδα να επιστρέψω προς την ατυχή οικογένειά μου…. Ο πατήρ των ανηλίκων ορφανών μου εθυσίασεν και ζωήν και κατάστασιν υπέρ του έθνους, τα παιδιά του λιμοκτονούν, πεθαίνουν από την πείναν! Το έθνος δεν ευσπλαγχνίζεται; Κινδυνεύουν και εντός ολίγου χάνονται…. Προστρέχω προς την έμφυτον φιλανθρωπίαν σας, θερμώς παρακαλούσα όπως μοι γίνη καν μικρά εξοικονόμησις, ίνα περιθάλψω και δυνηθή ανακουφίσω τα τέκνα μου και προλάβω αυτά πριν, ή εκ της λιμοκτονίας εξοντωθώσι. Της εξοχότητός της δούλη, η δυστυχής χήρα Δόμνα Βισβίζη» 
 
Μετά το τέλος της ελληνικής επανάστασης η Δόμνα Βισβίζη εγκαταστάθηκε στην Ερμούπολη της Σύρου ενώ λέγεται πως τα τελευταία χρόνια της ζωής της τα έζησε στον Πειραιά. 
 
Ωστόσο, η ζωή της επιφύλασσε μια ευχάριστη έκπληξη. Το φιλελληνικό κομιτάτο του Παρισιού, στην προσπάθειά του να περιθάλψει τα παιδιά των αγωνιστών, προσκάλεσε στο Παρίσι τον μεγάλο γιο της οικογένειας, τον Θεμιστοκλή Βισβίζη, για να σπουδάσει. Η ευγένεια και η ομορφιά του υιού Βισβίζη, τον έκαναν το αγαπημένο παιδί των φιλελληνικών κύκλων του Παρισιού ενώ κέρδισε την εύνοια μια σειρά ανθρώπων της γαλλικής ελίτ. 
Ήταν μία χαρακτηριστική ελληνική μορφή με τη φουστανέλα και το φέσι, ώστε η Γαλλίδα καλλιτέχνιδα Αδέλα Ταρντιέ φιλοτέχνησε το πορτραίτο του, το οποίο έφτασε να πωλείται λιθογραφημένο σε χιλιάδες αντίτυπα στη Γαλλία και την Ευρώπη. 
 
Με τα χρήματα που συγκεντρώνονταν από τις πωλήσεις, οι Γάλλοι αγόραζαν τρόφιμα, φάρμακα και πολεμοφόδια και τα έστελναν στους αγωνιστές. Σήμερα, αντίγραφο του πορτραίτου του Θεμιστοκλή Βισβίζη φυλάσσεται στο Εθνολογικό Μουσείου, στο οποίο αναγράφεται η συμβουλή που του έδωσε η μητέρα του, Δόμνα, πριν φύγει για το Παρίσι: “Παιδί μου,θα υιοθετηθείς και θα οφείλεις την ανάπτυξίν σου εις την γαλλικήν γενναιοδωρίαν. Ίσως δεν θα ζω, όταν επιστρέψης. Σκέψου όμως, παιδί μου, ότι πρέπει να μιμηθής και να εκδικήσεις τον πατέρα σου”. 
 
Πράγματι, όταν επέστρεψε στην Ελλάδα, η μητέρα του είχε ήδη πεθάνει. Ο Θεμιστοκλής διορίστηκε ακόλουθος του Υπουργείου των Εξωτερικών και από το 1845 ως το 1876 ήταν διοικητής Νάξου


mixanitouxronou

« PREV
NEXT »

Δεν υπάρχουν σχόλια