γράφτηκε
στον Τοίχο
11.7.22
-
0
Comments
Ο Α΄ Παγκόσμιος πόλεμος από το 1914 μαίνονταν στην Ευρώπη. Για πρώτη φορά η ανθρωπότητα γνώριζε τέτοιες μάχες που εξελίσσονταν σε μαζικές σφαγές. Τόσο οι σύμμαχοι Αγγλία, Γαλλία, Ρωσία, όσο και οι «Κεντρικές δυνάμεις» Γερμανία, Αυστροουγγαρία, πολεμούσαν στα χαρακώματα με τους νεκρούς να είναι χιλιάδες.
Τρια χρόνια μετά ο πόλεμος έμοιαζε να έχει βαλτώσει.
Καμία από τις δυο αντίπαλες πλευρές δεν είχε καταφέρει να προχωρήσει σε βάθος και να επιτύχει κάποια σημαντική νίκη που θα ανέτρεπε τα δεδομένα. Σποραδικές νίκες εδώ και κει που δεν άλλαζαν τίποτε.
Και στα λασπωμένα χαρακώματα οι φαντάροι να σκοτώνονται μαζικά, από τις βόμβες, από τα αέρια μουστάρδας, από τις σφαίρες. Την ίδια στιγμή οι ΗΠΑ που θα μπορούσαν να αλλάξουν τις ισορροπίες δεν είχαν αποφασίσει ακόμη να στείλουν ενισχύσεις.
Ιούλιος 1917. New Haven Κονέκτικατ
Ο Ρόμπερτ Κόνροϊ μόλις είχε καταταγεί στον Αμερικάνικο στρατό και περίμενε πότε θα τον στείλουν στην Ευρώπη. Η καθημερινότητα στο στρατόπεδο ήταν πληκτική. Συνεχώς έκαναν ασκήσεις, μάθαιναν πώς να λύνουν και να δένουν τα όπλα τους, μάθαιναν πώς να βάζουν την μπαγιονέτα μπροστά, πώς να εφορμούν και πώς να ξεκοιλιάζουν πάνινες κούκλες σε μέγεθος ανθρώπου.
Μάθαιναν να βγάζουν το μικρό φτυάρι από τον γυλιό τους και να σκάβουν τρύπες στο χώμα, τουλάχιστον 80 εκατοστών και να μπαίνουν μέσα.
Μάθαιναν επίσης πώς να βάζουν σε λίγα δευτερόλεπτα εκείνες τις άβολες, στενές και αποπνικτικές μάσκες που κάποια στιγμή τους έλεγαν θα τους έσωζαν τη ζωή από τα αέρια στο μέτωπο.
Ένα απόγευμα βγήκε από το στρατόπεδο με άδεια λίγων ωρών και αποφάσισε να απολαύσει μια βόλτα, έξω από το μεγάλο καταπράσινο πάρκο που ήταν δίπλα στο πανεπιστήμιο.
Δεν είχε προλάβει να κάνει κάποια βήματα, όταν άκουσε πίσω από έναν θάμνο ένα κλάμα. Δεν ήταν ανθρώπινο. Πλησίασε και τότε είδε ένα κουταβάκι να τον κοιτάζει και να κουνάει την ουρά του.
Ο Ρόμπερτ γονάτισε και το χάιδεψε και το μικρό κουταβάκι κυλίστηκε και του έδειξε την κοιλιά του.
Ήταν ένα παρατημένο ημίαιμο Boston terrier. Ένα πανέξυπνο «μπασταρδάκι».
Δεν χρειάστηκε να το σκεφτεί δεύτερη φορά. Με το που είδε το κουτάβι το λάτρεψε. Θα το έπαιρνε μαζί του στο στρατόπεδο.
Το σήκωσε, το πήρε αγκαλιά, πήγε σε ένα κοντινό μικρό σούπερ μαρκετ, του αγόρασε καπνιστό χοιρομέρι και το τάισε
Ο Ρόμπερτ πήρε τον Στάμπι μαζί του στο στρατόπεδο. Σύντομα το κουτάβι έγινε ανεπίσημα η μασκότ της μονάδας.
Όλοι το φρόντιζαν και εκείνο περιφέρονταν ανάμεσα στους φαντάρους. Τα βράδια κοιμόταν πάντα έξω από τον θάλαμο του Ρόμπερτ και καμιά φορά, πήγαινε σιγά σιγά και ανέβαινε και στο ράντζο του και κοιμόταν στα πόδια του.
Ο Στάμπι άρχισε να αντιλαμβάνεται τα διαφορετικά σαλπίσματα κατά τη διάρκεια της ημέρας. Το εγερτήριο, το μεσημεριανό, το δείπνο, το σάλπισμα συγκέντρωσης, το σάλπισμα συναγερμού. Τα πάντα. Ενώ τα πρωινά κατά την έπαρση της σημαίας στεκόταν ακίνητος μπροστά στον ιστό με την ουρά του υψωμένη κάθετα. Το ίδιο και τα απογεύματα με την υποστολή.
Ένα πρωινό λίγο πριν την αναφορά, ο αυστηρός διοικητής του Ρόμπερτ ρώτησε εάν έχουν αντιληφθεί ένα σκυλί που κυκλοφορεί στο στρατόπεδο. Κανείς φαντάρος δεν κουνήθηκε από τη θέση του. Όλοι παρέμειναν σε στάση προσοχής. Και τότε πίσω από τον Ρόμπερτ βγήκε ο Στάμπι. Προχώρησε προς τον διοικητή στάθηκε προσοχή μπροστά του και έκανε σαν να τον χαιρετάει, όπως του είχαν μάθει οι φαντάροι να κάνει.
Ο Διοικητής τα έχασε και διέταξε το σκυλί όχι μόνο να παραμείνει στο στρατόπεδο, αλλά και να γίνει η επίσημη μασκότ της Μονάδας.
Στο μέτωπο
Τον Φεβρουάριο του 2018, το 102ο Σύνταγμα Πεζικού, της 26ης Μεραρχίας Πεζικού, στο οποίο υπηρετούσε ο Κόνροϊ, έλαβε το σήμα που περίμεναν όλοι. Οι ΗΠΑ είχαν μπει στον πόλεμο στο πλευρό της Αντάντ και άρχισαν να στέλνουν δυνάμεις στην Ευρώπη.
Η μονάδα του Ρόμπερτ στάλθηκε στη βόρεια Γαλλία. Μαζί πάντα και ο Στάμπι.
Μόλις πάτησαν το πόδι τους στη Γαλλία, η 26η Μεραρχία Πεζικού – η επονομαζόμενη και «Γιάνκι» στάλθηκε αμέσως στην πρώτη γραμμή, στο Chemin des Dames , βόρεια του Soissons.
Εκεί ο σκύλος έγινε αμέσως αγαπητός ακόμη και από τους «παλιούς» που είχαν δει τόσο θάνατο τα μάτια τους και τις περισσότερες φορές στα διαλείμματα μεταξύ των μαχών κάθονταν στις λάσπες στα χαρακώματα, κοίταζαν με απλανές βλέμμα το κενό και κάπνιζαν χωρίς να μιλάνε.
Ο Στάμπι με τα παιχνίδια του άρχισε να διασκεδάζει τους καταπονημένους στρατιώτες μέσα στα χαρακώματα. Ενώ είχε μάθει πώς να ξετρυπώνει και να κυνηγάει τους διαολεμένους ποντικούς που ήταν μεγάλοι σαν λαγοί. Μόνο κατά τη διάρκεια των μαχών, όταν έπεφταν βροχή οι σφαίρες και οι βόμβες, φοβόταν, έβαζε την ουρά κάτω από τα σκέλια και έτρεχε να κρυφτεί στα πόδια του Ρόμπερτ.
Όμως και αυτό το συνήθισε μετά από κάποιες μέρες και πλέον όταν γινόταν μάχη, δεν φοβόταν. Το αντίθετο στέκονταν ατρόμητος και αλυχτούσε σαν λύκος νομίζοντας έτσι ότι δίνει δύναμη στους φίλους του. Εκείνοι πυροβολούσαν και το σκυλί στα πόδια τους αλυχτούσε ανάμεσα σε καπνούς, μπαρούτι και χώματα. Και οι μάχες στην αρχή στο συγκεκριμένο χαράκωμα κράτησαν έναν μήνα. Μέρα και νύχτα.
Ένα πρωινό του Μαΐου του 1918 έγινε αυτό που έτρεμαν όλοι οι στρατιώτες. Αέρια. Οι οβίδες με τα αέρια μουστάρδας και άλλα χημικά έσκασαν μέσα στα χαρακώματα. Όσοι δεν πρόλαβαν να φορέσουν μάσκα, ένιωσαν τα πνευμόνια τους να καίγονται και πέθαναν φρικτά μέσα σε λίγα λεπτά. Ο Ρόμπερτ όμως όχι. Είχε μάθει να φοράει τη μάσκα του σε ελάχιστα δευτερόλεπτα.
Κάποια στιγμή μέσα στην έξαψη της μάχης και ενώ η ατμόσφαιρα είχε σχεδόν καθαρίσει, ο Ρόμπερτ είδε μέσα από τα θολά τζάμια της μάσκας του, που είχε γεμίσει ιδρώτα και χώματα, τον Στάμπι ξαπλωμένο στις λάσπες. Κουνούσε σπασμωδικά το πίσω του ποδαράκι.
Ο φαντάρος παράτησε το όπλο του και έτρεξε στο σκυλί. Είχε εισπνεύσει αέρια.
Με κλάματα στα μάτια και με μια κίνηση περισσότερο ενστικτώδη παρά λογική, έβγαλε τη μάσκα του, σκούπισε τους αφρούς και έφερε το στόμα του στο στόμα του σκυλιού. Άρχισε να του φυσάει καθαρό αέρα από τα πνευμόνια του. Στο μεταξύ η ατμόσφαιρα είχε πάψει να είναι επικίνδυνη αφού ένας νοτιάς είχε απομακρύνει το νέφος.
Η μασκότ της μονάδας έπρεπε να ζήσει και με εντολή του διοικητή, ο Στάμπι στάλθηκε σε νοσοκομείο εκστρατείας στα μετόπισθεν. Ύστερα από μια εβδομάδα το σκυλί επέστρεψε πιο χαρούμενο στα χαρακώματα. Μαζί του κουβαλούσε στο σκυλίσιο «παλτό» που φορούσε, μια ειδικά σχεδιασμένη μάσκα αερίου για τη μουσούδα του, για να τον προστατεύει όταν θα γινόταν επίθεση. Τη μάσκα έμαθαν όλοι οι φαντάροι στο χαράκωμα να του την φοράνε όταν ηχούσε ο συναγερμός.
Έσωσε ζωές
Το γεγονός ότι ο Στάμπι εισέπνευσε αέριο και μετά έζησε τον έμαθε να αναγνωρίζει τις οβίδες. Λίγα λεπτά πριν από κάποια επίθεση με αέριο ο Στάμπι με το σκυλίσιο ένστικτο του αλλά και την εμπειρία του. Γάβγιζε με έναν συγκεκριμένο τρόπο και έτσι όλοι γνώριζαν ότι θα γινόταν επίθεση με αέριο και φορούσαν τις μάσκες τους. Η μύτη του είχε εκπαιδευτεί και μύριζε το αέριο από μακριά.
Ο Στάμπι δεν αρκέστηκε σε αυτό. Χάρη στην όσφρηση και την ακοή του ανακάλυπτε τραυματισμένους στρατιώτες στη νεκρή ζώνη υποδεικνύοντας στους άλλους φαντάρους, τη θέση που είχαν πέσει, ώστε να τους περισυλλέξουν. Η νεκρή ζώνη στον Α΄ Παγκόσμιο πόλεμο ή «dead zone» ήταν η περιοχή ανάμεσα σε δυο αντίπαλα χαρακώματα. Ήταν γεμάτη κρατήρες, τραυματίες, νεκρούς και συρματοπλέγματα.
Μπορούσε επίσης να αντιληφθεί, κρίσιμα δευτερόλεπτα, πριν την πρόσκρουσή τους στο έδαφος, τα εχθρικά βλήματα του πυροβολικού, δίνοντας χρόνο στους άνδρες να καλυφθούν. Σύντομα ο Στάμπι ήταν ένα είδος βαρόμετρου της μονάδας για κάθε κίνδυνο.
Κάποιο βράδυ και ενώ όλοι κοιμόντουσαν στο χαράκωμα και τον φρουρό που είχε βάρδια τον είχε πάρει ο ύπνος, Γερμανοί στρατιώτες έρποντας έκοψαν τα συρματοπλέγματα, πέρασαν από την νεκρή ζώνη και έφτασαν σχεδόν μέχρι το χαράκωμα των αμερικανών. Ήταν ζήτημα λεπτών να τους θερίσουν όλους
Ο Στάμπι όμως το μυρίστηκε. Άρχισε να γαβγίζει σαν τρελός και σήκωσε τους πάντες στο πόδι. Αμέσως κατάλαβαν ότι γινόταν καταδρομική επίθεση. Μάλιστα δεν έμεινε σε αυτό. Σκαρφάλωσε σε ένα ξύλινο κουτί δίπλα από το χαράκωμα και με ένα πήδημα βγήκε έξω και άρχισε να τρέχει στη νεκρή ζώνη.
Ο άτυχος Γερμανός που ο σκύλος πρόλαβε, έπεσε κάτω και ο Στάμπι συνέχιζε να τον δαγκώνει. Τον ακινητοποίησε μέχρι να έρθουν να τον πάρουν αιχμάλωτο. Ο Γερμανός προσπάθησε να καλοπιάσει τον σκύλο μιλώντας του γερμανικά. Όμως ο Στάμπι είχε μάθει να ξεχωρίζει τα αγγλικά από τα γερμανικά και δεν έκανε πίσω.
Λίγο πριν το τέλος του πολέμου ένα θραύσμα από μια γερμανική χειροβομβίδα, βρήκε τον Στάμπι στην κοιλιά. Τραυματίστηκε βαριά και στάλθηκε πάλι σε νοσοκομείο.
Ο απίστευτο σκύλος επέζησε και αυτή τη φορά.
Το «μπασταρδάκι» που είχε βρει ο Ρόμπερτ πριν έναν χρόνο στο πάρκο του Γέιλ, υπηρέτησε με το 102ο Σύνταγμα Πεζικού στα χαρακώματα στη Γαλλία για 18 μήνες και συμμετείχε σε τέσσερις επιθέσεις και 17 μάχες.
Και λοχίας
Με την επιστροφή του στα χαρακώματα, ο διοικητής της μονάδας, επίσημα και εγγράφως, πρότεινε τον Στάμπι για τον βαθμό του Λοχία. Κάτι που έγινε αποδεκτό. Ο Στάμπι ήταν ο μοναδικός σκύλος σε εκείνον τον πόλεμο που πήρε βαθμό.
Όταν ο πόλεμος τελείωσε και ο Κόνροϊ επέστρεψε με τον Στάμπι στην πατρίδα, τους περίμενε υποδοχή ηρώων. Έγιναν δεκτοί μέχρι από τον πρόεδρο Ουίλσον. Ο Κόνροϊ και ο Στάμπι έμειναν μαζί.
Ο Κονρόι τελείωσε τις σπουδές του στο πανεπιστήμιο και άρχισε να εργάζεται σαν Ειδικός Πράκτορας στο «Γραφείο Ερευνών» (την υπηρεσία που ήταν ο πρόδρομος του FBI).
Ένα βράδυ τον Μάρτιο του 1926, ο Στάμπι έφυγε ήρεμα, γεράκος πια, στον ύπνο του. Μετά τον θάνατο του ταριχεύτηκε και φυλάσσεται μαζί με τα παράσημα του στο «Ινστιτούτο Smithsonian».
Ο Στάμπι τιμήθηκε με τριπλή διεμβολή ευδόκιμου υπηρεσίας, το μετάλλιο της 26ης Αμερικανικής Μεραρχίας Πεζικού, το αναμνηστικό μετάλλιο της μάχης του Σαιντ Μιχέλ, το μετάλλιο της μάχης του Σατώ Τιερί και το Purple Heart.
Το σκυλίσιο «παλτό» του ήταν γεμάτο παράσημα.
Οι New York Times μόλις πέθανε αφιέρωσαν μια σελίδα στη ζωή και τη δράση του σκύλου. Χρόνια μετά, οι απόγονοι του Ρόμπερτ Κονρόϊ, αφιέρωσαν ένα χάλκινο άγαλμα σε φυσικό μέγεθος του Στάμπι με το όνομα «Stubby Salutes». Το άγαλμα βρίσκεται στο Μνημείο των «Δέντρων της Τιμής» στο νεκροταφείο των βετεράνων του Κονέκτικατ.
in
Δεν υπάρχουν σχόλια
Δημοσίευση σχολίου